Dogman (2018) του Ματτέο Γκαρρόνε

Το Dogman (2018 – d: 102΄) είναι ταινία ιταλικής παραγωγής σε σκηνοθεσία του Ματτέο Γκαρρόνε (διπλά βραβευμένος με το μεγάλο βραβείο του Φεστιβάλ των Καννών)  με πρωταγωνιστές τους Μαρτσέλο Φόντε, Εντουάρντο Πέσε και Άνταμο Ντιονίζι. Δέκα χρόνια μετά την επιτυχία του Γόμορρα, ο Γκαρόνε επιστρέφει με ένα σκληρό και ρεαλιστικό φιλμ για τις κοινωνικές συνθήκες -και όχι μόνο- που επικρατούν στον ευρωπαϊκό Νότο.

3

Ο Μαρτσέλο (Μαρτσέλο Φόντε) είναι ένας νοικοκύρης άνθρωπος και φιλήσυχος πολίτης. Συγκεκριμένα είναι ιδιοκτήτης ενός μαγαζιού φροντίδας σκύλων και ζει μια φαινομενικά ατάραχη ζωή με τη δουλειά και την κόρη του- η οποία είναι η μεγάλη του αδυναμία και αγάπη. Ξοδεύεται σε καταδυτικές εκδρομές μαζί της, στα τοπικά στέκια με τους γείτονες και τους φίλους του, ενώ δεν λείπουν οι μικρές παράνομες μπίζνες. Σπρώχνει μικρές ποσότητες κοκαΐνης για να συμπληρώσει το πενιχρό εισόδημά του, ωστόσο όντας γνωστός με πρόσωπα του υποκόσμου και τραμπούκους, δεν θα αργήσει να μπλεχτεί και να υποχρεωθεί σε μεγαλύτερες παρανομίες. Έτσι ο Σιμόνε, ένας ταραχοποιός της γειτονιάς και εθισμένος στα ναρκωτικά, ο οποίος έχει ξεφύγει κοινωνικά και δεν ελέγχεται, θα αναγκάσει τον Μαρτσέλο σε ένα «μεγάλο κόλπο» που φυσικά δεν θα κυλήσει ομαλά. Όλα θα αλλάξουν στη ζωή του ήρωα καταιγιστικά και ταυτόχρονα η πραγματικότητα θα φέρει στην επιφάνεια τα πιο άγρια ένστικτά του.

Μόνιμο μοτίβο και κλειδί για να ξεκλειδώσει κανείς την ταινία είναι το σχηματισμένο από τον σκηνοθέτη δίπολο του Μαρτσέλο και του Σιμόνε. Ο πρώτος, ένας άνθρωπος μινιατούρα, μικροκαμωμένος και άκρως συμπαθής. Ευγενικός και εργατικός με κοινωνική ζωή και γνωριμίες, είναι το άτομο που δεν θα έβλαπτε κανέναν στον κοινωνικό ιστό. Ο δεύτερος ένας ογκώδης τύπος, ναρκομανής και ανεξέλεγκτος-παρορμητικός ως προς τη συμπεριφορά του. Προκαλεί όλο προβλήματα, χρωστά λεφτά και συνέχεια εμπλέκεται σε καβγάδες. Πάντα ξεμπλέκει με τον τραμπουκισμό του. Πώς συνδέονται όμως αυτοί οι δυο; Με μια άτυπη φιλία και συνεργασία. Ο Μαρτσέλο είναι τρομερά παγιδευμένος σε αυτή την σχέση υποταγής και εκβιασμού. Φοβάται τον Σιμόνε τόσο πολύ που δεν μπορεί να αρνηθεί να συμμετάσχει σε μικροκλοπές και απατεωνιές ή να τον προμηθεύσει κοκαΐνη χωρίς να πληρωθεί. Όσο ο Σιμόνε γίνεται επικίνδυνος και οι γείτονες σκέφτονται πώς θα τον ξεφορτωθούν, τόσο εκείνος κυλάει στον βούρκο του εγκλήματος και μπλέκει τον φουκαρά Μαρτσέλο, ο οποίος μετατρέπεται σε μια καρικατούρα, σε έναν συμπαθή γελοίο προσπαθώντας να γλυτώσει το τομάρι του. Η σχέση είναι ξεκάθαρη• ο Σιμόνε αποτελεί το όχημα για να βγούμε σε εκείνη την απλωσιά του δρόμου που στέκει ο Μαρτσέλο και να μεταρσιωθούν επάνω σε αυτόν τον φουκαριάρη όλες οι ανησυχίες του σκηνοθέτη, όλα τα πάθη και τα ένστικτα που μπορεί να κρύβει ο καθένας μας, όταν τα όρια του ψυχισμού περάσουν από ένα όριο το οποίο δεν μπορεί να επανέλθει.

1
Η αφίσα της ταινίας

Η ταινία κάνει εύλογα λόγο για τις κοινωνίες και γενικά τα προάστια που είναι ξεχασμένα από το κράτος, τα οποία νοιάζονται μόνο για τις μητροπόλεις-πρωτεύουσες τους. Σαφώς ιταλικό, αλλά καθόλου αποκλειστικό προνόμιο της γείτονας χώρας, το πρόβλημα αυτό αφορά και τη χώρα μας, αφορά την Ευρώπη, αφορά κάθε κοινωνία. Ποιο πρόβλημα όμως και ποιος κόσμος είναι αυτός; Είναι ο κόσμος του εγκλήματος και της απληστίας, όπου τα παιδιά από νωρίς μαθαίνουν πως πρέπει να κλέψουν και να εμπλακούν σε βρωμοδουλειές αν θέλουν να επιβιώσουν και να αναρριχηθούν στην κοινωνία. Με εφόδιο τη χαμηλή μόρφωση και την παραβατικότητα στο πετσί τους, έχουν έναν ιερό Κανόνα, τη βία. Η βία είναι ο κανόνας της καθημερινότητας σε αυτούς τους μικρόκοσμους και τραβάει για τα καλά. Η φυλακή και η καταστολή του νόμου δεν τους φοβίζει καν, αφού τι χειρότερο μπορεί να τους βρει; Καθόλα ωμά, τα άτομα βουλιάζουν σε έναν κύκλο παρακμής και σήψης. Το bullying πάει και έρχεται και ο νόμος είναι η πυγμή του ισχυρού. Η δύναμη σωματικά και ψυχολογικά. Φυσικά ο Γκαρρόνε δεν μένει εκεί. Όλα αυτά είναι γνωστά και προφανή. Ο σκηνοθέτης τραβά το ελατήριο και μάς δείχνει πόσο εύκολο είναι να βρεθούμε και εμείς εκεί, ο καθένας μας δηλαδή, όταν η κοινωνία το επιτρέπει και το διευκολύνει. Το απαισιόδοξο συμπέρασμα πάντως -σύμφωνα με τον Γκαρρόνε- είναι πως μέχρι και αυτές οι γραμμές εδώ είναι απλά λόγια. Στην πράξη η δίψα μας για τιμωρία όλου αυτού του έκπτωτου κόσμου μάς κάνει μέρος του προβλήματος.

2

Ένα απολαυστικό συν της ταινίας είναι ο χώρος όπου εκτυλίσσεται το δράμα. Ο σύγχρονος ιταλικός Νότος είναι το τέλειο παράδειγμα να στηθεί αυτό το έργο. Μέρος με βαρύτατους μύθους παρανομίας και παραβατικότητας φιλοξενεί εύλογα αυτό το σκηνικό της κατάντιας. Η γειτονιά αποπνέει μαεστρικά μια κατάσταση μιζέριας και κατάθλιψης. Μια μουντάδα και μια ερημιά κυριαρχούν στο backround. Φως δεν βλέπουμε ποτέ. Μόνο τα μαγαζιά των κατοίκων, τα οποία είναι αφρόντιστα και παρηκμασμένα, θυμίζοντάς μας εικόνες ελληνικής επαρχίας. Γήπεδα ποδοσφαίρου, ενεχυροδανειστήρια, καφενέδες και μπιλιαρδάδικα είναι μερικοί από τους χώρους που βλέπουμε τους ήρωες μας. Μέρη επιλεγμένα καθόλου τυχαία, για να τοποθετηθεί το κοινωνικό σχόλιο που αναφέραμε.

 

4

Κλείνοντας αυτό το άρθρο, συμπεραίνουμε πως πρόκειται για ένα φιλμ που έχει πολλά να πει. Μην περιμένει όμως κανείς μεγάλες δηλώσεις που να βροντοφωνάζουν. Το φιλμ λιτό και σκηνοθετικά απλό φτάνει στην κορύφωσή του και καταθέτει τον οβολό του. Μέσα από έξυπνα σχήματα (Δαβίδ-Γολιάθ, ζωή ανθρώπου και σκύλου) και με μια πολύ αξιόλογη ερμηνεία από τον Μαρτσέλο Φόντε (βραβείο ερμηνείας στις Κάννες) μάς θυμίζει με τρόπο τραχύ πράγματα για τον εαυτό μας και τις κοινωνίες μας. Με λίγες σεναριακές αφέλειες και ένα φοβερό τέλος, όπου ο ήρωας ακίνητος και ακούραστος βρίσκεται στην άτη του, σε μια 15λεπτη τρέλα ξεσπασμάτων και παύσεων, βλεμμάτων και κρυφών συνειδητοποιήσεων- δίνει τις κατάλληλες ευκαιρίες και ανάσες στον θεατή να ταυτιστεί. Και γι’ αυτό σταχυολογεί την επιτυχία του.

5

 

 

Για εικόνες, φωτογραφίες και βίντεο που καλύπτονται από πνευματικά δικαιώματα πάσης φύσεως δηλώνουμε ότι τα δικαιώματα ανήκουν αποκλειστικά και μόνον στους κυρίους τους και όχι στους κατόχους του ιστολογίου. Στο παρόν ιστολόγιο η χρήση γίνεται αποκλειστικά για λόγους ψυχαγωγικούς.

Σχολιάστε